(Φοβάμαι. Γενικά και ειδικά.
Είναι ο φόβος που μεγαλώνει μέσα μου, δυναμώνει, και τρώει τις αντοχές μου κάποιες φορές. Κι ειδικά αυτή που χρειάζεται για ν' αγαπάω και να ελπίζω.)
Τα βραδυνά τηλεφωνήματα της μάνας μου, με παγώνουν. Στην ηλικία μου, έχει αρχίσει μια αντίστροφη μέτρηση, ενα ξεκαθάρισμα, που πλέον δίνεις σημασία, και μάλιστα πολύ.
Ειναι η είδηση που δε θα διαβασεις στα social, που δε θα σκορπίσει απο στόμα σε στόμα, και θα σε ακινητοποιήσει, σα να έπεσε το μισό βουνό σπασμένο σε γαρμπιλι πάνω στο κεφάλι. Μουδιασμα.
Φοβάμαι τα τηλέφωνα. Με αγχώνει η ερώτηση που κάνω "όλα καλα;" μη και δεν παρω την απάντηση που χρειάζομαι.
Κατι εισαγωγές του τύπου "θα σε στεναχωρησω..", καθυστερούν το αναπόφευκτο, και κάποιες φορές με τρελαινουν χειρότερα.
Κάποια γεγονότα τα περιμένεις, ναι. Αλλά όσο προετοιμασμένος και να είσαι, δε ξέρεις την αντίδραση σου στα επιμέρους σημεία : ποιός; πού; πότε;
Η δική μου απάντηση - με ελάχιστες εξαιρέσεις - είναι φορτωμένη παράπονο και άρνηση να δεχτώ την πραγματικότητα: οχι ρε γαμωτο..δε μπορεί.
(Κάποιος, κάτι.. Γενικά.. Το ο,τι..)
(Νιώθω περήφανη μέσα στην παράλυση μου, που γνώρισα έναν άνθρωπο κι αγαπηθηκαμε πολύ, χωρις να μιλαμε την ίδια γλώσσα, χωρις πολλά κοινά: τσιγάρα, μούσμουλα κι αγάπη. Και με "διάβασε" από την πρώτη στιγμή..)
(172 εβδομάδες πριν, ποζαραμε)
(Θα μου λειψεις πολύ. Πιο πολύ)