Τρίτη 31 Μαρτίου 2020

Κράτα με

(Έχω κάψει πολλές λέξεις μαζί με το χλωρό μου μυαλό. Όχι για να με ζεστάνουν, αλλά για να σταματήσουν να σαπίζουν μέσα μου. Καλύτερα στάχτες και καπνοί και τίποτα μετά..)

Για ποιά κανονικότητα θες να μιλήσουμε? Εκείνη πίσω ή αυτή που φαίνεται στο βάθος? Γιατι όποια και να κάτσει μπροστά μου, θα τη φτύσω στα μούτρα.
Καμία από τις δυο δεν έχει προοπτική. Μονοδιάστατες κι άνοστες, με μικρές διαφορές κι εξαιρέσεις. Θες η όπισθεν που είχε μικρότερη απόσταση και κάνα δυο επαφές παραπάνω, θες η άλλη με μια ανάγκη ελευθερίας λίγο πιο φουσκωμένη.. Κι οι δυο όμως, οκαζιόν απ' το καλάθι στην αμερικάνικη αγορά: περασμένη σεζόν, φραμπαλάδες και κακογουστιά υπερατλαντικής προέλευσης.
Τη στιγμή που έστριψα το τιμόνι , κατάλαβα πως δεν υπάρχει μέλλον. Μιλούσα σε χρόνο ενεστώτα και με διόρθωνα, κάποιες φορές μεγαλόφωνα, κάποιες άλλες πνιχτά, μες το κεφάλι μου: στο εδώ και στο τώρα! 
Κι επέζησα. Και ζούσα κάθε μέρα. Και δεν είχα ανάγκη κανένα μέλλον και κανένα σχέδιο. Δούλευαν όλα με ακρίβεια, σχεδιασμένα υπερεαλιστικά και σχεδόν ρομαντικά, με χρώματα και σχήματα πολύπλοκα, αλληλεπιδρώντας στις ανάγκες μου καταλυτικά. Απλά. Και μάντεψε: καμία κανονικότητα δε λειτουργούσε. Στον παρόντα χρόνο, η ζωή είναι αντικανονική. Πάει κόντρα σε όλο αυτό που οι περισσότεροι θέλουν να κρατάνε σφιχτά στο χέρι τους (και το βγάζουν βόλτα σαν τετράχρονο στην Ερμού.. ). Αγκαλιασμένοι με την ασφάλεια, φουσκωμένες τσέπες με σιγουριά και μια βαλίτσα δεδομένα για το δρόμο. Έχει πλάκα τελικά..

(Περπατάμε ολόγυμνοι και μόνοι μας, και κοροϊδευόμαστε κανονικά μεταξύ μας. Κι αν κάποιος από μας βρεί την παλάμη που θέλει να ιδρώσει με τη δική του και να τυλιχτούνε μέσα σ' ένα χαρτόκουτο σε μια γωνιά της Ερμού χωρίς να χαζεύουν τις άδειες βιτρίνες, έτσι απλά για να κοιτάζονται στα μάτια και να βουτάνε ο ένας στα σκοτάδια του άλλου, θα τους πετάνε ψιλά και θα τους αφήνουν τ΄αποφάγια τους για να μη χαθούνε στο περιθώριο των επιλογών τους.)



Tabula Rasa


"Τα κτίρια.." λέει, "μας ορίζουν και τα ορίζουμε.."
Πλέον τα κτίρια μας ορίζουν.. Εμείς δεν ορίζουμε τίποτα.. Ούτε το χρόνο, ούτε τον τόπο, ούτε κύτταρο πάνω μας.. Όλα είναι υπό έλεγχο, σίγουρα όχι δικό μας..

(Αυτές οι κολώνες μου προκαλούσαν κάτι παραπάνω από δέος, πάντα. Παρατηρώντας από το βρώμικο τζάμι της πόρτας του 040, λίγο πριν σταματήσει, κάτι ωθούσε το δεξί μου χέρι να σηκωθεί, να σφίξω τρία δάχτυλα και να τα ακουμπήσω στο μέτωπο, ξεκινώντας ασυνείδητα την ιερά συμβολική μίμηση, χωρίς όμως το αμήν στο τέλος. Δεν ήξερα γιατί.. ακόμα δεν ξέρω..)

Η Μπεσάρα, είχε μια μαγική ιδιότητα στα μπλέ της μάτια : Κατεδάφιζε και ισοπέδωνε τα πάντα - νεόδμητα ή νεοκλασσικά ερείπια, δεν είχε σημασία -και αναφωνούσε "Ωραίο Οικόπεδο!"
Δεν είχε δεί ποτέ ωραίο σπίτι. Καμία πόρτα δεν ήταν αρκετή, κανένας αρχιτέκτονας, κανένας μάστορας δεν έφτασε να αγγίξει ποτέ την ευαίσθητη χορδή της αισθητικής ή της ζήλιας της. Δεν είχε και δεν ήθελε. Θαύμαζε όμως ό,τι έμενε όρθιο από την απαλλοτρίωση: Τον Αέρα..

Τον πολύτιμο Αέρα που έγραφαν στο μισοαδικημένο παιδί της κληρονομικής μοιρασιάς - ή και στο ευνοούμενο, δε ξέρω - για να σηκώσει οικοδομή κι ανάστημα, όταν ο καιρός του τα φέρει βολικά, πράγμα που κάποιες φορές  δεν ευδοκιμούσε, και είχε απλά το κλειδί σαν πληρεξούσιος της ταράτσας κι άρχων του απλώματος. Έχω ακούσει επίσης ιστορίες που κληρονομούσαν Αέρα επί Αέρα, για να χτίσεις εσύ δλδ, θα έπρεπε να έχει προηγηθεί το αδέρφι, διότι ως γνωστόν κάπου πρέπει να το στηρίξεις όλο αυτό και όχι σε αέρα..

(Κι ήρθε ο δίσεκτος ο χρόνος, με τον "κατ'οίκον περιορισμό" για το καλό όλων μας, για την απόστροφή της συναναστροφής - καλής, κακής..λίγο με νοιάζει - και με τρομοκρατία σπάταλη, να ξεχειλίζει από στόματα, και κανάλια και πληροφορίες, και κανένα κτίριο δεν εμπνέει δέος.
Καμία κουβέντα δε ξεκινάει στο δρόμο με αφορμή ένα τσιγάρο. Κανένας καφές κερασμένος, καμία ματιά, καμία γεύση. Για όσο..)

(Είχες δίκιο για το οικόπεδο. Το μόνο που έχει αξία. Όλα τ΄άλλα..αντιπαροχή.)



Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

2020-Α

Δεν έχει κανένα νόημα η βόλτα στις 9 το βράδυ.. Μάλλον ούτε και στις 9 το πρωί.. Η βόλτα γενικά δεν έχει νόημα.. 
Έχει γεμίσει το σύμπαν ησυχία, και η φαντασία έχει πολλούς διαδρόμους να την περπατήσεις..
Κυριακή, δεκαπενταύγουστος, που η Αθήνα αδειάζει και γίνεται παράδεισος, έτσι έμοιαζε απόψε το βράδυ.. 
(Έμοιαζε και με εκείνο το εργοστάσιο, που γέμισε σκουριά και φως μες στα χαλάσματα του, και το μόνο που ξεχώριζε στις ευθείες, ήταν ένα μεγάφωνο στρογγυλό, που κάποτε ανακοίνωνε κι έδινε οδηγίες. Και τώρα απλά υπάρχει.) 
Κοιτώντας αδιάκριτα πίσω από τις τζαμαρίες, λίγοι κρύβονται πίσω από κουρτίνες πια.. Έχουμε αφήσει την ιδιωτικότητα στην άκρη, και βάλαμε μπροστά ένα "μαζί" ν'αναβοσβήνει και να στέλνει σήματα για επικοινωνία..
Κοιτάζω τις χειρονομίες, τις αποστάσεις στους καναπέδες, τις γάτες που κυκλοφορούν και σφυρίζουν αδιάφορα στη Βασιλίσσης Σοφίας, τις βιτρίνες που πρόλαβαν να στολίσουν μια άνοιξη και προφητικά να φωνάζουν "ΤΕΛΕΥΤΑΊΟ ΔΕΚΑΉΜΕΡΟ".
Εκεί που κανένας δεν είχε χρόνο, ήρθε η μέρα που ο χρόνος είναι το μόνο που έχουμε..και παίζουμε μαζί του.. Πετάμε τη μπάλα από πάνω του, και πιστεύουμε πως δε θα καταφέρει να τη πιάσει.. Θα είναι για πάντα το κορόιδο.. Μέχρι που ψηλώνει, και μας επιστρέφει τις πάσες με περισσοτερη  δύναμη από αυτή που νομίζαμε πως είχαμε.. Ποιος είναι τώρα το κορόιδο; 
Δε θέλω να ξαναβγω από το σπίτι. Ούτε τα μάτια μου ανοιχτά θέλω να χω. Να πω στο μυαλό μου πως είναι εφιάλτης, θελω, σαν εκείνον που είδα πριν λίγο καιρό κι έπαιρνα τη μάνα μου τηλέφωνο κάθε μία ώρα να με καθησυχάζει διαβάζοντας κάθε φορά κι άλλη ερμηνεία από ονειροκρίτες και καζαμίες μέχρι να βρω την κατάλληλη στα μέτρα μου. 
Κι αυτό που με τρομάζει περισσότερο και πιο πολύ απ' όλα, είναι πως θα το συνηθίσουμε όλο αυτό. Γιατί όλα συνηθιζονται τελικά. Κι όλα κόβονται. Κι όλα σταματάνε. 

(Δε ξέρω αν ειμαι σε απομόνωση, ή τώρα βγαίνω από αυτή)